Η Κρήτη διαθέτει ιδιαίτερη μουσική παράδοση, από την οποία ξεχωρίζουν αναμφίβολα τα ριζίτικα, τραγούδια από τις (=τις υπώρειες) των Λευκών Ορέων, που χωρίζονται σε ριζίτικα της τάβλας και ριζίτικα της στράτας. Τα πρώτα εκτελούνται χωρίς όργανα από δύο αντιφωνικές ομάδες ανδρών τραγουδιστών, ενώ τα δεύτερα τραγουδιούνται καθ'οδόν με τη συνοδεία οργάνων.
Ο μελετητές της κρητικής μουσικής έχουν διαπιστώσει επιδράσεις από πολύ παλιές παραδόσεις, ακόμη και από τη βυζαντινή μουσική). Επιπλέον, η κρητική μουσική, σε αντίθεση με τη δημοτική παράδοση άλλων περιοχών της Ελλάδας, εξακολουθεί να είναι ζωντανή και να εμπλουτίζεται. Αυτό οφείλεται και στην ιδιαίτερη σημασία που έχει ο στίχος, είτε πρόκειται για μεγάλη ρίμα, είτε για σύντομη δίστιχη μαντινάδα, ο οποίος εξακολουθεί να εξελίσσεται και μέσω αυτοσχεδιασμού, που άλλωστε θεωρείται βασικό προσόν ενός καλού λυράρη. Δεν είναι τυχαίο, επομένως, ότι έχουν καταγραφεί και κρητικά τραγούδια που αναφέρονται σε πολύ πρόσφατα ιστορικά γεγονότα, όπως τη Μάχη της Κρήτης, τη δικτατορία, ή την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Ο αυτοσχεδιασμός είναι αναπόσπαστο στοιχείο της κρητικής μουσικής, αφού ποτέ ο οργανοπαίκτης κατά τη διάρκεια του χορού (του συρτού, του χανιώτη, του πεντοζάλη, της σούστας, κ.ά.) δεν περιορίζεται στην τυπική αναπαραγωγή της βασικής μελωδίας, αλλά, ανάλογα και με την ψυχική του διάθεση, αυτοσχεδιάζει με βάση τις διάφορες μελωδίες (τις κοντυλιές).
Η Κρήτη παρέμεινε στην κυριαρχία των Ενετών και μετά των Άλωση της Πόλης (1453), διαιωνίζοντας σε πιο ελεύθερο περιβάλλον την Ελληνική - βυζαντινή μουσική κληρονομιά, αφού πολλοί δάσκαλοι της εκκλησιαστικής μουσικής από την Πόλη όπως ο Μανουήλ Χρυσάφης, ο Ακάκιος Χαλκιόπουλος κ.ά. ίδρυσαν σχολές Ελληνικής - βυζαντινής μουσικής στην Κρήτη απ' όπου αναδείχθηκαν σπουδαίοι μελωποιοί όπως ο κοσμάς Βαράνης, αδελφοί Επισκοπόπουλοι, Δημ. Ντάμιας. Παράλληλα καλλιεργήθηκε και η πατροπαράδοτη ταυτόσημη Κρητική δημοτική μουσική. Το 1669 μετά την κατάκτηση της Κρήτης από τους Τούρκους πολλοί Κρητικοί βρήκαν καταφύγιο στα Επτάνησα όπου καλλιέργησαν την γνωστή από τότε Κρητοεπτανησιακή ή Κρητική μουσική που ακούγεται μέχρι σήμερα ευχάριστα.
Παρότι η λύρα είναι αναμφίβολα ο βασιλιάς ή η βασίλισσα της κρητικής μουσικής, ενδιαφέρον παρουσιάζουν και άλλα όργανα. Έτσι, το λαούτο στα χέρια των σημαντικών οργανοπαικτών παύει να είναι απλό όργανο συνοδείας και συμμετέχει επίσης στον μελωδικό αυτοσχεδιασμό. Σε ορισμένες επαρχίες των νομών Χανίων (Κίσσαμος, Σέλινο), Λασιθίου (Σητεία, Ιεράπετρα) και Ηρακλείου παίζεται και το βιολί σαν παραδοσιακό όργανο της Κρήτης. Πολύ διαδεδομένο ήταν παλιότερα και το μπουλγαρί ή μπουλγκαρί, είδος ταμπουρά με πολύ χαρακτηριστικό ήχο. Σημαντικό ρόλο στην κρητική μουσική παίζουν και τα πνευστά: το απλό ποιμενικό θιαμπόλι, είδος φλογέρας, η μαντούρα, είδος κλαρινέτου, και η ασκομαντούρα ή ασκομπαντούρα, κρητική παραλλαγή του άσκαυλου. Στην ανατολική Κρήτη παλιότερα το βιολί ή τη λύρα, συνόδευε το νταουλάκι, μικρό νταούλι. Το βιολί στο Ν. Λασιθίου είχε μερικές φορές σαν μουσικό συνοδό την κιθάρα. Οι παλιοί λυράρηδες συνόδευαν τη μελωδία της λύρας με τον ρυθμικό ήχο των γερακοκούδουνων, μικρών σφαιρικών κουδουνιών που τα στερέωναν κατά μήκος του δοξαριού της λύρας. Η ονομασία γερακοκούδουνα προέρχεται από τα βυζαντινά χρόνια. Είναι τα κουδούνια που κρεμούσαν οι κυνηγοί στο λαιμό των εξημερωμένων γερακιών που χρησιμοποιούνταν σαν κυνηγετικά πουλιά, όπως τώρα χρησιμοποιούνται οι κυνηγετικοι σκύλοι. Το μαντολίνο είναι κι' αυτό ένα διαδεδομένο σε μερικές περιοχές του Ν. Ρεθύμνου μελωδικό μουσικό όργανο με τις μορφές μάλιστα Κρητικό -πλακέ- μαντολίνο και μαντόλα.
Τα ριζίτικα τραγούδια δε χορεύονται. Τραγουδιούνται σε 32 μελωδίες, ή ομαδικά - χορωδιακά, ή αρχικά άδεται ένα ημιστίχιο από έναν καλλίφωνο τραγουδιστή και κατόπιν αυτό επαναλαμβάνεται χορωδιακά από την παρέα (καθ΄υπακοήν και κατ΄αντιφώνησιν) ενώ αρκετά ριζίτικα είναι ιδιόμελα με δικές τους μελωδίες. Στο λήμμα ριζίτικα τραγούδια της wikipedia αναφέρονται αρκετά στοιχεία για τα παραδοσιακά αυτά τραγούδια της Κρήτης.
Οι παρέες πριν και μετά από τα ριζίτικα, τραγουδούν σε αργό ρυθμό μελωδικούς σκοπούς του Χανιώτικου συρτού με μαντινάδες επίκαιρες όπως:
έλα, ελάαα, θεέ μου μεγαλοδύναμε, μεγαλοδύναμέ μου,
τέτοια παρέα όμορφη δεν είδα εγώ ποτέ μου.
Τη συντροφιά σας ρέγομαι , τη συναναστροφή σας,
άχι και νά'τον μπορετό νά΄μαι πάντα μαζί σας,
Χίλιως καλώς το βρήκαμε του φίλου μας το σπίτι,
απού 'χει τον Αυγερινό και τον αποσπερίτη.
Μερικές φορές, στην αρχή της κατανυκτικής μέθεξης με τους προαιώνιους μελωδικούς δρόμους των ριζίτικων, ένας καλλίφωνος τραγουδάει μέρος του στίχου και η παρέα (οι επισκέπτες) επαναλαμβάνει χορωδιακά, ενώ μερικές φορές απαντάει εναλλάξ η άλλη παρέα-χορωδία (του οικοδεσπότη) τους εξής στίχους:
- Χίλιως καλώς το βρήκαμε του φίλου μας το σπίτι
του φίλου του συντέκνου μας του πλια καλού μας φίλου
και του καιρού χαιράμενος κι' αντί καιρού και πάντα
να ζούμε και να σμίγομε.
Αντιφώνηση:
- Κι' εμάς καλώς μας ήρθανε οι φίλοι οι εδικοί μας
οι φίλοι κι' οι συντέκνοι μας οι πλια καλοί μας φίλοι
και του καιρού χαιράμενοι κι' αντί καιρού και πάντα
νά 'ρχονται να μασε θωρούν.
Ακολουθούν τα τραγούδια της τάβλας, π.χ.
Από την άκρη των ακριώ ώστε να πάει(-ς) στην άκρη
έχουσι τάβλες αργυρές, στρωμνιά μαλαματένια
ποτήρια με τις ερωθιές κι' όποιος τα δει πλανάται
και πέρασεν ο βασιλιάς κι' είδε τα κι' επλανέθη!
Χριστέ, μην ήμουν βασιλιάς, Χριστέ μην ήμουν Ρήγας
να πέζευγα να χόρευγα... με νιες και μαυρομάτες;
Ένα από τα αρχαιότερα ριζίτικα είναι το "κρούσος της Αντριανούπολης" που μαρτυρά τη στενή σχέση των Κρητών με τους βόρειους Έλληνες.
Τα χελιδόνια τση Βλαχιάς και τα πουλιά τση Δύσης
Κλαίσιν αργά, κλαίσιν ταχιά, κλαίσιν το μεσημέρι,
Κλαίσιν την Αντριανούπολη τη βαροκουρσεμένη,
Όπου την εκουρσεύανε τσι τρεις γιορτές του χρόνου:
Τω Χριστουγέννω για κερί και τω Βαγιώ για βάγια,
Και την ημέρα τση Λαμπρής για το Χριστός Ανέστη.
Το γνωστότερο ριζίτικο τραγούδι είναι το "Πότε θα κάνει ξαστεριά":
Πότες θα κάμει ξεστεριά, πότες θα Φλεβαρίσει
να πάρω το τουφέκι μου, την έμορφη πατρώνα
να κατεβώ στον Ομαλό, στη στράτα τω μουσούρω
να κάμω μάνες δίχως γιους, γυναίκες δίχως άντρες
να κάμω και μωρά παιδιά να κλαιν' δίχως μανάδες
να κλαιν' τη νυχτα για νερό και την αυγή για γάλα
και τ' αποξημερώματα για τη γλυκιά τως μάνα,
πότες θα κάμει ξαστεριά.
Ο Ερωτόκριτος του Βιντσέντζου Κορνάρου τραγουδιέται σε όλη την Κρήτη:
Τά ΄κουσες Αρετούσα μου τα θλιβερά μαντάτα; ο κύρης σου με ξόρισε στης ξενιτειάς τη στράτα.
Τέσσερις μέρες μοναχά μού 'δωκε ν' ανιμένω κι' ύστερα να ξενητευτώ, πολλά μακρυά να πχαίνω.
Και πως θα σ' αποχωριστώ και πως θα σου μακρύνω και πως θα ζήσω δίχως σου στον ξορισμόν εκείνο;
Κατέχω το κι΄ο κύρης σου γρήγορα σε παντρεύγει, ρηγόπουλο αφεντόπουλο ως είσαι εσύ γυρεύγει.
Και δεν μπορείς ν' αντισταθείς σα θέλουν οι γονιοί σου, νικούν τηνε τη γνώμη σου κι' αλλάσσει η όρεξή σου.
Λιγότερο ακούγεται η Ερωφίλη, η Βοσκοπούλα και η θυσία του Αβραάμ που αν και προέρχονται από τη λόγια ποίηση, είχαν περάσει στη δημοτική παράδοση.
Αρκετά από τα παλιότερα ιστορικά τραγούδια τραγουδιούνται ακόμα, ρίμες ή ριζίτικα π.χ. στον Νομό Χανίων και ειδικότερα στα Σφακιά ακούγεται το γνωστό τραγούδι του Δασκαλογιάννη:
Θεέ μου και δως μου φώτιση και νου σαν το καζάνι, ν' αναθιβάλω και να πω για τον Δασκαλογιάννη.
Θεέ μου και δός ΄μπόρεση και δύναμη ν' αρχίξω το δάσκαλο τον ξακουστό πρικιά να τραγουδήξω...
Οι ηλικιωμένοι κατά επαρχίες θυμούνται τα τραγούδια: του Μιχαήλ Κόρακα, του Ξωπατέρα, "της Κρήτης το τραγούδι" (κάθε πρωϊ με το δροσιό π' ανοίγει το λουλούδι αφουγκρασθείτε να σας πω τση Κρήτης το τραγούδι), του καπετάν Παυλή, του καπετάν Κριάρη, αλλά και πιο πρόσφατα, του Βενιζέλου, τραγούδια των αγωνιστών στη Β.Ελλάδα Κρητών (το 9ο Σύνταγμα κρητών ήτο εις τη Λαμία, στη Λάρισα εδώ κι' εκεί δια περιπολία... διατάχθηκε το Σκρα να καταλάβει...και μόλις καταλάβανε (οι εχθροί) πως φτάσανε οι Κρήτες όλα τα παρατήσανε ξυράφια και καρφίχτες), Γείς πληγωμένος στο βουνό, Δε με πονούνε οι πληγές (1904-1908, 1912) κ.ά.
Υπάρχουν πάρα πολλά τραγούδια μη χορευτικά, από όλη την Κρήτη με πολλούς στίχους, που η μουσική τους παίζεται με λύρα και λαγούτο στα γλέντια και στις παρέες. Ο τζίτζικας μου 'πάντηξε κι είχε τ΄ατζί στριμμένο...γειά σου χαρά σου τζίτζικα... αμπέλι έχω στη Βλαχιά κι΄ έκαμε πέντε ρόγες και γέμισε δυο κόφες, πως θα το κουβαλήσω και πως θα το πατήσω, να πιουν οι φίλοι μου κρασί. Μερικά κρητικά μη χορευτικά τραγούδια, όπως τα γνωστά: "Φιλεντέμ" και η "Κρουσταλλοβραχιονάτη" του Γιώργη Κουτσουρέλη, με τη φωνή του αείμνηστου Νίκου Ξυλούρη έγιναν πανελλήνια γνωστά.
Νανουρίσματα... Κάλαντα... Εθιμικά...
Ορισμένα έντεχνα τραγούδια μη χορευτικά, έχουν μπει στη μουσική παράδοση της Κρήτης, όπως το : Κρήτη μου όμορφο νησί, κλειδί του παραδείσου, θεριό ανήμερο εσύ βγες να σε χαιρετήσουν που το πρωτοτραγούδησε ο Χαράλαμπος Γαργανουράκης.
Μια ειδική ομάδα τραγουδιών είναι οι 'μανέδες και μια άλλη τα λεγόμενα ταμπαχανιώτικα ή Κρητικά ρεμπέτικα. Μερικά από αυτά έχουν επιδράσεις από τα μουσικά μοτίβα και το στίχο των παραδοσιακών τραγουδιών της Μικράς Ασίας, αφού πρόσφυγες Μικρασιάτες εγκαταστάθηκαν και στην Κρήτη. Δείγματα στίχων:
Κ. Μουντάκης: Βάρκα θα πάρω να διαβώ γιάλα γιάλα, με πέντε μερακλήδες,
να βάλω πλώρη στα Χανιά, στ' ακρογυάλια, να βρω καλούς μπεκρήδες,
τσικουδιά και κοκκινέλι η ζωή μας γλέντια θέλει κέφι και καλή καρδιά.
Γραμπούσα και παλιοχώρα, γιάλα γιάλα, Στεία και Μεραμπέλο
να τα γυρίσω θέλω, με τους φίλους να γλεντίζω
μα άλλο πράμα δεν κερδίζω εις τον ψεύτη το ντουνιά.
Θ. σκορδαλός: Ούλοι μου λένε γιάντα κλαις μα αν κλαίω ποιον πειράζω;
στον κόσμο εγεννήθηκα καρδιές να δοκιμάζω...
Ούλοι μου λένε γιάντα κλαις
μα συ μου λες πως δε με θες.
και... Το μερακλίδικο πουλί με τον κελαηδισμό του
ή χαίρεται και κελαηδεί ή κλαίει τον καημό του...
έλα έλα πέρδικά μου να σου δείξω τη φωλιά μου,
έλα έλα που σου λέω μη με τυρρανείς και κλαίω.
Φουσταλιέρης: Όσο βαρούν τα σίδερα βαρούν τα μαύρα ρούχα
γιατί τα φόρεσα κι΄εγώ για μιαν αγάπη απού' χα.
Είχα και υστερήθηκα θυμούμαι και στενάζω
άνοιξε γης μέσα να μπω κόσμο να μην κυττάζω.
Τραγουδιούνται και τα Κρητικά σατιρικά - σόκιν τραγούδια, ιδίως στις απόκρηες...
Με τη θειά μου τη Θοδώρα επηγαίναμε στη Χώρα,
κι' ήλεγέ μου κι' ήλεγά τζη κι΄ήγγιζέ μου κι' ήγγιζά τση...
επίσης λέγονται και μαντινάδες με αντίστοιχο περιεχόμενο.
Χορευτικοί ρυθμοί της Κρήτης υπάρχουν πάρα πολλοί με τις αντίστοιχες μελωδίες τους.
Στις μέρες μας όμως ξεχνιούνται σιγά σιγά οι παλιοί σκοποί και χοροί και επικράτησε να παίζονται οι μουσικοί ρυθμοί και μελωδίες που συνοδεύουν τους χορούς: Συρτό (Χανιώτικο, Ρεθεμνιώτικο), Πεντοζάλη (Σιγανό - οι κοντυλιές και Γρήγορο), Μαλεβιζιώτη ή Καστρινό, Σούστα και τοπικά σε μερικές επαρχίες της Κρήτης τους χορούς Ανωγειανό Πηδηκτό - Όρτσες, Στειακό Πηδηκτό, Ξενομπασάρη, Μικρό Μικράκι, Αγκαλιαστό, Κατσαμπατιανό, Λαζώτικο, Πρινιώτη και πολλούς άλλους που η σύγχρονη μαζοποίηση τους έχει οδηγήσει στο περιθώριο.
Ο αρχαίος πανελλήνιος χορός όρμος, χορεύεται σε όλη την Κρήτη με συνοδεία μουσικών μελωδιών. Είναι ο γνωστός καλαματιανός και ονομάζεται έτσι όχι γιατί προέρχεται από την Καλαμάτα αλλά από τους στίχους "μαντήλι Καλαματιανό" που διαδόθηκαν παντού.
Γνωστότεροι Καλαματιανοί:
Κ.Μουντάκη:
- Ο πραματευτής.
- Αχ αυτό το αργαλειό σου, με τρελαίνει πω πω πω
σαν περνώ απ' το στενό σου του διαόλου θηλυκό
κι' όλη μέρα τακ τακ τακ τουκ το πέταλό σου κάνει
και το πανί σου κι΄η απατή σου (η ίδια)
σε πειρασμό με βάνει...
και ... - Έφτασ΄ο καιρός καλέ που πέφτουν οι ελιές
και στα λιόφυτα θα πιάσουν πάλι οι κοπελιές
μυλωνάδες και μαζώχτρες, θα τα λέμε πότες πότες
κι΄αφορμή θά' ν οι ελιές νά 'χομε πολλές δουλειές.
Θανάση Σκορδαλού:
- Μια ψαροπούλα τη λένε Παναγιά πάει για να ψαρέψει στης Κρήτης τα νερά,
η ψαροπούλα με πρίμα τον καιρό σαν το δελφίνι τον σχίζει τον αφρό
και μια μελαχρινούλα στο μόλο σιωπηλή για τον ψαρά που φεύγει πετάει ένα φιλί.
Σύρε ψαρά μου για ψάρια στο γιαλό και να γυρίσεις για σε παρακαλώ.
και: - Άρχιξε πάλι η καρδιά να μου γυρεύει αγάπη,
μα ποιος μπορεί να ξαναμπεί πάλι σε τέτοια πάθη;
Οι γρήγοροι χοροί της Κρήτης Πεντοζάλης, Σούστα, Καστρινός ή Μαλεβιζιώτης, οι Πηδηχτοί, έχουν μουσική υπόκρουση με προέλευση από τους αρχαίους πυρρίχιους χορούς, που αποτελούσαν πολεμικά γυμνάσια και ανάμνηση του χορού των Κουρητών και Ιδαίων Δακτύλων οι οποίοι ρυθμικά κτυπούσαν τα πόδια τους στο έδαφος και ταυτόχρονα τις ασπίδες με τα δόρατα και τα ξίφη τους ώστε να καλύψουν το κλάμα του νεογέννητου Δία για να μην το ακούσει ο Κρόνος που ήθελε να τον εξοντώσει. Οι πυρρίχιοι της Κρήτης έχουν άμεση σχέση με του πυρρίχιους χορούς του Πόντου, σέρα, τρομαχτόν, μασερί χορόν, αφού η Μίλητος, η αποικία από την οποία ξεκίνησε ο αποικισμός του Εύξεινου Πόντου ήταν αποικία της Κρητικής πόλης Μιλάτου. Και βέβαια πολλοί Βορειοελλαδίτες - Πόντιοι εγκαταστάθηκαν στην Κρήτη με το στρατό του Νικηφόρου Φωκά και με τα 12 Βυζαντινά Αρχοντόπουλα. Το Κρητικό Ριζίτικο λέει: αετός κρατά στα νύχια του παλληκαριού κεφάλι ενώ το Ποντιακό λέει παλληκαριού βραχιόνα ..., το Κρητικό τραγούδι αναφέρεται "κάτω στη Δάφνη ποταμό" ενώ το Ποντιακό "έλα Δάφνη ποταμέ"... και αν παίξει κάποιος σε αργότερο tempo Ποντιακές μελωδίες κότσαρι ή πυρρίχιου θα ανακαλύψει γρήγορο πεντοζάλη ή καστρινό πηδηχτό ... και αντίστροφα..
Η σούστα είναι ο χορός της αγάπης όπου οι χορευτές σχηματίζουν ζευγάρια και χορεύουν αντικρυστά με πολλές φιγούρες. Οι μουσικές μελωδίες που συνοδεύουν τη σούστα διατηρούν τον πυρρίχιο ζωηρό χαρακτήρα αλλά έχουν εξελιχθεί σε πιο ευαίσθητα μουσικά ξόμπλια (στολίσματα) και συνοδεύονται από τις αντίστοιχες μαντινάδες:
-Η σούστα είναι ο χορός ο πιο παλιός της Κρήτης
κι' όντε τονε χορεύγουνε σείεται ο Ψηλορείτης
- Χόρεψε χαϊδεμένο μου, χόρεψε σούστα σούστα
κι' ο τσάγκαρης είναι κοντά και φτιάχνει σου παπούτσια
- Ο νούς μου πρεμαζώνεται στση λύρας το δοξάρι
όντε θα πιάσει στο χορό ένα καλό ζευγάρι.
Ο Σιγανός Πεντοζάλης και ο Συρτός είναι πιο ήρεμοι χοροί, λεβέντικοι και μερακλίδικοι που η μελωδία τους ανυψώνει το νου των ακροατών - χορευτών και οι μαντινάδες που λέγονται σ' αυτούς είναι δημιουργήματα υψηλού επιπέδου ποίησης.
Στο σιγανό πεντοζάλη ή χυματικό κατά τους ντόπιους, οι μελωδίες που παίζουν οι λυράρηδες λέγονται και κοντυλιές (από τον κόντυλο του καλαμιού με το οποίο ήταν κατασκευασμένη η μαντούρα του βοσκού, είδος αυλού με γλωσσίδι). Οι μαντινάδες μπορούν να διαρκέσουν πολλή ώρα και να είναι και αντικρυστές δηλ. να απαντάει ο ένας στον άλλο ή νόθες ρίμες δηλ. σειρά μαντινάδων του ίδιου θέματος. Στις μελωδίες του σιγανού παντοζάλη λέγονται επίσης οι περιπαικτικές και εύθυμες μαντινάδες, μοναδικές στην Κρήτη:
Απόψε κάτης θα γενώ και τα τειχιά θα πιάσω κι΄όπου μου λένε να, ψιψι εκειά θα πα να κάτσω, ή:
Στρεπτομυκίνη το κρασί, η ρακή πενικιλίνη κι΄όποιος τα πίνει δεν πατεί εις του γιατρού την κλίνη, ή:
Ακόμη δεν τον ηύρηκες το μάνταλο ν' ανοίξεις, να μας κεράσεις μια ρακή κι' έπειτα να σφαλίξεις.
Τραγουδιούνται και μαντινάδες της λεβεντιάς και ιστορικές, της αγάπης και το πόνου, μαντινάδες κάθε θέματος:
'Ολος ο κόσμος απ' τη μια κι' η Κρήτη από την άλλη, έ! την παντέρμη ζυγαριά στην Κρήτη γέρνει πάλι.
- Είπα σου ξαναλέω σου αυτά δεν είναι μάτια, είναι σπαθιά που κάνουνε τον άνθρωπο κομμάτια.
Αν μ' αγαπάς μία φορά θ σ' αγαπώ τριάντα, μα αν μ' αρνηθείς και μια στιγμή θα σ' αρνηθώ για πάντα.
- Στο πέρασμα του γερακιού τ' άλλα πουλιά κουρνιάζουν, στο πέρασμά σου κοπελιά πολλοί αναστενάζουν.
- Ως σ΄αγαπώ δεν ημπορεί κανείς να σ' αγαπήσει ως δε μπορεί κι΄η μάνα σου να σε ξαναγεννήσει.
- Τη λευτεριά ρωτήσανε ποιας μάνας είναι γέννα κι' είπε πως τηνε γέννησε των Κρητικών το αίμα.
Στα άκρα της Κρήτης, Νομούς Χανίων και Λασιθίου, το βιολί επικρατεί σαν παραδοσιακό μουσικό όργανο κάποιων επαρχιών.
Ξακουστά είναι τα Κισσαμίτικα συρτά και τα Χανιώτικα παντοζάλια που αποδίδονται με βιολί και οι Στειακές και Γεραπετρίτικες κοντυλιές και οι Στειακοί πηδηκτοί που αποδίδονται επίσης με βιολί.
Πρωτομάστορες της Χανιώτικης μουσικής παράδοσης θεωρούνται οι βιολάτορες Χάρχαλης, Μαύρος, Κωστής Παπαδάκης ή Ναύτης, η Ασπασία Παπαδάκη, ο Φώτης Κατράκης, ο Μιχάλης Κουνέλης κ.ά. ενώ επάξια συνεχίζουν ο Μανόλης Φαντάκης, ο Αντώνης Μαρτσάκης κ.ά. Οι σκοποί Πρώτος και Δεύτερος Χανιώτικος Συρτός διαιωνίζουν τα πανάρχαια κρητικά υπορχήματα και οι μελωδίες τους μεταλαμπαδεύτηκαν κατά τις παραδόσεις από το Βυζάντιο. Με βάση τους ρυθμούς αυτούς συνεχίζεται η σύνθεση νέων συρτών σε όλη την Κρήτη.
Στο Νομό Λασιθίου εποχή άφησαν οι βιολάτορες Παντελής Μπαριταντωνάκης και Γιάννης Δερμιτζάκης (Δερμιτζογιάννης) καθώς και οι Γιάννης Παπαχατζάκης, Αρίστος Σπανακάκης κ.ά. ενώ ο σύγχρονος βιολάτορας Βαγγέλης Βαρδάκης συνεχίζει την παράδοση. Στο Νομό Ηρακλείου άφησε εποχή ο Λασιθιώτης βιολιστής Στρατής Καλογερίδης και συνέχισε ο γνωστός Αβησσυνός. Στο νομό Λασιθίου τη λύρα ή το βιολί, τα συνόδευε η κιθάρα (Μανόλης Δερμιτζάκης, Βασ. Σπανακάκης) και παλιότερα το νταουλάκι, ενώ στις μέρες μας κυριαρχεί το λαούτο σαν συνοδευτικό όργανο του βιολιού ή της λύρας.
Η λύρα κυριαρχεί όμως, ιδίως στα τελευταία 50 χρόνια, στην Κρητική μουσική παράδοση. Υπάρχουν το λυράκι, η λύρα, η βροντόλυρα, η βιολόλυρα, 4 είδη λύρας. Οι καλύτερες λύρες θεωρούνται οι λύρες κατασκευής του αείμνηστου Μανόλη Σταγάκη που τυποποίησε τη σύγχρονη λύρα και έδωσε σ' αυτή τον σημερινό αναντικατάστατο ήχο της, κατασκευάζοντας το καπάκι της από κατράνι δηλαδή από παλιό -300,400 ετών- στεγνό ξύλο κέδρου Λιβάνου από μεσοδόκια παλιών σπιτιών, σκάφος από μουρνιά, καρυδιά, ασφένταμο κ.ά. και βερνικώνοντάς την με βερνίκι που η σύνθεσή του αποτελεί μυστικό. Η σύγχρονη λύρα δεν έχει ξύλινα στριφτάλια αλλά κλειδιά μεταλλικά και τρεις (ή 4 η βιολόλυρα) μεταλλικές χορδές ειδικές για λύρα Κρήτης (lira di Creta) που κατασκευάζονται ειδικά για λύρα στη Βενετία και αλλού. Το κούρντισμα της κρητικής λύρας είναι κατά πέμπτες καθαρές και οι χορδές κουρδίζονται περίπου στις Νότες LA (η ψιλή ή καντίνι), RE η μεσαία και SOL η μπάσα, αλλά βέβαια το μουσικό αυτί των λυράρηδων και λαουτιέρηδων δεν κουρδτίζει απόλυτα στα Hz του διαπασών αλλά συγχρονίζεται με την κρητική μουσική κλίμακα, η οποία, όπως και η βυζαντινή, βασίζεται στους "μουσικούς δρόμους" (ήχους). Η λύρα στη σύχρονη κρητική ορχήστρα συνοδεύεται από το λαούτο και τελευταία, από δυό λαούτα εκ των οποίων συνήθως το ένα παίζει πρίμα τη μουσική και το άλλο παίζει "πάσο" δηλ. ακομπανιάρει σε συγχορδίες (μινόρε - μαντζόρε ή απλές) παίζοντας και το ρόλο του κρουστού οργάνου.
Δημιουργοί της σύγρονης μουσικής Κρητικής παράδοσης στη λύρα θεωρούνται οι Αντώνης Καρεκλάς, Χαρίλαος, Αλέκος Καραβίτης, Μανόλης Λαγός, Γιώργης Καλογρίδης κ.ά. ενώ οι δύο στύλοι στους οποίους στηρίζεται η σύγχρονη Κρητική μουσική παράδοση είναι αναμφισβήτητα ο δεξιοτέχνης Κώστας Μουντάκης και ο Μεγάλος δάσκαλος της λύρας Θανάσης Σκορδαλός με συνεχιστές στη λύρα τους Λεωνίδα Κλάδο, Σπύρο Σηφογιωργάκη, Γιώργο Μουζουράκη, Γιάννη Σκαλίδη, Ζαχαρία Κριτσωτάκη, Γιάννη Κουφαλιτάκη, Γιώργο Κατσαμά, Μανώλη Καρπουζάκη, Νίκο Ξυλούρη, Μιχάλη Τσαγκαράκη, Αστρινό Ζαχαριουδάκη, Κώστα Βερδινάκη, Κοκολογιάννη, Νίκο Σκευάκη, Μανόλη Μανουρά, Χαράλαμπο Γαργανουράκη, Βασίλη Σκουλά, Αλέκο Πολυχρονάκη, Σήφη Παναγιωτάκη, Μανόλη Αλεξάκη, Νικηφόρο Αεράκη, Νίκο Γωνιανάκη, Δημήτρη Πασπαράκη, Νίκο Κολιακουδάκη (Χανιά), Βαγγέλη Πυθαρούλη, Νίκο Ζωϊδάκη, τον παραδοσιακό και πολλά υποσχόμενο συνεχιστή της παραδοσιακής σχολής της λύρας Νεκτάριο Σαμόλη, το Ζαχαρία Σπυριδάκη κ.ά.
Ένας καινούριος άνεμος φύσηξε στην καρδιά μου, και μου γιατρεύει τσι πληγές που μ' άνοιξες κερά μου.
Δώσε μου το δικαίωμα μονάχα να σε βλέπω, γιατί με τρώει η έγνοια σου αν κάθομαι κι΄αν στέκω.
Υπάρχω μεσ΄στη σκέψη σου, υπάρχω εις τη ζωή σου κι΄όσο θα ζεις κι΄εγώ θα ζω μέσα στη θύμησή σου.
Στερουσιανή μου πέρδικα, πέρδικα πλουμισμένη, απ΄ ούλα τα πουλιά τση γης σ΄έχω μπεγιαντισμένη.
Ένας ψαράς παλιός ψαράς μ' έμαθε να ψαρεύγω, και μού 'πε εις τα θολά νερά ψάρια να μη γυρεύγω.
Έχω ένα πόνο στην καρδιά πολύ βαθειά κρυμμένο, κι' όταν σε συλλογίζομαι στη σκέψη σου πεθαίνω.
Να μπόργειες με τα μάθια μου να δείς την ομορφιά σου να δεις το πως μου φαίνεσαι να με πονεί η καρδιά σου.
Ποιος ουρανός ποια θάλασσα ποια βρύση θολωμένη θα μου τη σβήσουνε τη φωθιά που μού΄χεις αναμμένη.
Με μαχαιριές πληρώνονται όσοι αγαπούνε στ' αλήθεια, γι΄αυτό κι΄εσύ μου πλήγωσες τα πονεμένα στήθεια.
Μόνο για σένα τραγουδώ για σένα αναπνέω και σα βρεθώ στην κλίνη μου ξυπνώ και σε γυρεύω.
Σαν τση Μαδάρας το βουνό σαν τα Λευκά τα όρη μοιάζεις Χανιωτοπούλα μου και σου ζηλεύουν όλοι.
Εις του Κουμπέ στα δυο στενά κι΄εις τω Χανιώ την πόρτα μικρή Χανιωτοπούλα μου κάμω σε εκειά μια βόλτα,
να ιδούνε χάρη κι΄ομορφιά πού'χει το πρόσωπό σου, παράδειγμα των γυναικών είναι το ντύσιμό σου.
Ηύρες τη μαύρη μου καρδιά στόχο και σημαδεύεις κι' αλύπητα με τυρρανάς κι΄όλο κακό μου θέλεις.
Κρήτη πανέμορφο νησί, Κρήτη μου δοξασμένη Κρήτη μου, όλη μου η ζωή σ' εσένα είναι δοσμένη.
Στα σπλάχνα σου γεννήθηκα, στ' ονειρεμένο Σπήλι κι' ας πάνε να το γνωρίσουνε τση λύρας μου οι φίλοι
να πάνε να θαυμάσουνε τα γάργαρα νερά του μα και να καμαρώσουνε τη φυσική ομορφιά του!
να μερικές από τις μαντινάδες που δίνουν το όνομα στους παραδοσιακούς πλέον Κρητικούς χορευτικούς σκοπούς -δεκάδες συρτούς- που δημιούργησε ο Θανάσης Σκορδαλός, που πάνω του στηρίζεται το 70% του σύγχρονου συνθετικού μουσικού οικοδομήματος της Κρητικής μουσικής.
Στο Κρητικό λαούτο πρωτομάστορες θεωρούνται ο Γιώργης Κουτσουρέλης (Ν.Χανίων), ο Γιάννης Μπερνιδάκης (Μπαξεβάνης) και ο Γιάννης Μαρκογιαννάκης (Ν.Ρεθύμνης) που με τη λύρα του Θανάση Σκορδαλού οδήγησαν την Κρητική μουσική σε δυσθεώρητα ύψη. Εκτός από τον καλλίφωνο Μπαξεβάνη, αηδόνι της Κρήτης χαρακτηρίστηκε ο λαουτιέρης Νίκος Μανιάς ενώ αρκετοί μουσικοί υπήρξαν και υπάρχουν άξιοι συνεχιστές της παράδοσης του Κρητικού λαούτου όπως στην Αθήνα ο αείμνηστος σεμνός Νίκος Καδιανός, ο Δημήτρης Σκουλάς, στην Κρήτη οι Γιάννης Μαρκογιαννάκης, Μανόλης Κακλής, Παντελής Κρασαδάκης, Αντώνης Φραγκιαδάκης, Μιχάλης Φραγκιαδάκης, Στέλιος Λαϊνάκης, Δημήτρης Σκουλάς, Βασίλης Κατσαμάς, Μανόλης Βερδινάκης, Γιώργης Κρουσανιωτάκης, Σταύρος Μαυροδημητράκης, Σήφης Κατσαμάς, Σαλούστρος, Δημήτρης Παπουτσάκης, Μανώλης Μανιαδάκης, Μανόλης Κονταρός, ο ικανότατος δεξιοτέχνης του λαούτου και μαντόλας Μανόλης Λιαπάκης από την Ιεράπετρα στενός συνεργάτης του Θανάση Σκορδαλού και τώρα του Βαγγέλη Βαρδάκη κ.ά. Αξιόλογος δεξιοτέχνης του Κρητικού λαούτου είναι ο σεμνός καλλιτέχνης Γιώργος Κατσουλιέρης, με τη βυζαντινή του φωνή. Έδωσε μια νέα ζωντάνια στην Κρητική μουσική που παίζεται πρίμα με λαούτο, ώστε οδήγησε αρκετούς λυράρηδες (όπως ο Γ.Ζερβάκης) σε ένα νέο στυλ, να αφήνουν τη λύρα και να τραγουδούν με τη συνοδεία του λαούτου που παίζει δεξιοτεχνικά σόλο τη μουσική μελωδία, αναδεικνύοντας ένα νέο τρόπο παιξίματοςΚρητικής παραδοσιακής μουσικής. Η δεξιοτεχνία του συγκρίνεται με του Γιώργη Κουτσουρέλη.
Στο μπουλγαρί πρωτομάστορας ήταν ο Στέλιος Φουσταλιεράκης (Φουσταλιέρης) σπό το Ρέθυμνο.
Ο ταλαντούχος Λουδοβίκος των Ανωγείων εκπροσωπεί με το είδος της μουσικής που εκφράζει, ένα μη χορευτικό μουσικό είδος των Ανωγείων, παίζοντας το Κρητικό πλακέ μαντολίνο και τη μαντόλα. Έχει κατακτήσει ένα πανελλήνιο ευαίσθητο μουσικόφιλο κοινό που παρακολουθεί τις συναυλίες του.
Η Κρητική μουσική θεραπεύεται εκτός από την Κρήτη και σε κάθε περιοχή όπου ζουν απόδημοι Κρήτες. Ο Χαρίλαος Πιπεράκης και ο Γιώργος Καλογρίδης μεγαλούργησαν στην Αμερική ενώ ο νεότερος λυράρης Σήφης Τσουρδαλάκης εκπροσωπεί επάξια την Κρητική παραδοσιακή μουσική στην Αμερική και Ελλάδα. Άξια λόγου είναι η παρουσία καλλιτεχνών της Κρητικής μουσικής και στη Θεσσαλονίκη με πείσμα στη διαιώνιση της παράδοσης, στη λύρα οι Μανόλης Μαθιουδάκης, Ανδρέας Τσαγκαράκης, Γιάννης Μαράκης, Παντελής Τερεζάκης, Κώστας Κυριτσάκης κ.ά., στο λαγούτο οι Στέλιος Λαϊνάκης, Νίκος Λαϊνάκης, Στέλιος Βαρβαντάκης, Σταύρος Βουρβαχάκις κ.ά.
Το ριζίτικο τραγούδι καλλιεργείται από τις χορωδίες "Αποκώρωνας" και "Κρητικές Μαδάρες" του Ν. Χανίων. Αξιόλογος εκφραστής του ριζίτικου τραγουδιού υπήρξε ο π. 'Αγγελος Ψυλλάκης ενώ στις μέρες μας το ριζίτικο τραγούδι διαδίδεται παγκρήτια από τους Κρήτες καλλιτέχνες. Στην παγκόσμια διάδοση των ριζίτικων τραγουδιών συντέλεσε ο Νίκος Ξυλούρης με τα ΡΙΖΙΤΙΚΑ σε ενορχήστρωση Γιάννη Μαρκόπουλου.
Οι σύγχρονοι παραδοσιακοί Κρητικοί λυράρηδες αν και παίζουν όλες τις μελωδίες και σκοπούς, ακολουθούν ο καθένας με σεβασμό, μια από τις δυό "σχολές" παραδοσιακής κρητικής μουσικής, στο ύφος, ήθος, στον τρόπο παιξίματος, στο ρεπερτόριο...: Σχολή Μουντάκη και Σχολή Σκορδαλού. Είναι οι Μουντακικοί και οι Σκορδαλικοί, άσχετα αν ορισμένοι δεν το παραδέχονται. Οι Κισσαμίτες βέβαια ακολουθούν τον Κισσαμίτικο τρόπο παιξίματος. Τελευταία ορισμένοι Κρητικοί μουσικοί της νεότερης γενιάς ακολουθούν τον τρόπο παιξίματος και έκφρασης που δημιούργησε ο Γιώργος Ζερβάκης, τρόπο που έχει ξεφύγει αρκετά από την αυστηρά παραδοσιακή Κρητική μουσική. Υπάρχουν όμως στην Κρήτη, στην υπόλοιπη Ελλάδα και σ' όλο τον κόσμο αρκετοί νέοι λυράρηδες που με σεβασμό πορεύονται στα δυσπρόσιτα στους πολλούς, όσο αφορά την μουσική τεχνική, μονοπάτια της αυστηρά παραδοσιακής Κρητικής μουσικής παράδοσης, με τις ιδιαιτερότητες του κάθε τόπου, π.χ. Ο Αντώνης Μαρτσάκης και ο Μανόλης Φαντάκης στα Κισσαμίτικα, ο Βαγγέλης Βαρδάκης στα Γεραπετρίτικα και Λασιθιώτικα, ο Νεκτάριος Σαμόλης στα παραδοσιακά Ρεθμνιώτικα, και αρκετοί επαγγελματίες καθώς και δεκάδες ερασιτέχνες μη εμπορικοί λυράρηδες και βιολάτορες που ακολουθούν τα μουσικά βήματα της σχολής Σκορδαλού και άλλοι της σχολής Μουντάκη καθώς και των τοπικών παραδόσεων του Ναύτη (Κωστή Παπαδάκη), Δερμιτζογιάννη, Μπαριταντωνάκη.
Όπως ήδη αναφέρθηκε, εκτός από την καθαρά παραδοσιακή Κρητική μουσική, που καλλιεργείται πλέον μόνο από τους παραδοσιακούς γνώστες των ορεινών επαρχιών της Κρήτης και τους μυημένους μη εμπορικούς ερασιτέχνες και επαγγελματίες Κρήτες μουσικούς, υπάρχει και η πιο "σύγχρονη" εμπορική εκδοχή της, που συμβαδίζει με την κάθε εποχή και συντελεί στο να έρθουν και οι μη μυημένοι ακροατές σε επαφή με την πανάρχαια μουσική παράδοση μέσω των πιο εύπεπτων σύγχρονων ακουσμάτων. Και σιγά - σιγά, μερικοί από αυτούς, οι πιο άξιοι, ίσως να επιδιώξουν να εντρυφήσουν στα αρχέγονα νάματα της ελληνικής μουσικής κλίμακας. Μεγάλη προσφορά στο ζήτημα αυτό αποτελεί η έκδοση σε CD αρχειακών μουσικών καταγραφών από δίσκους γραμμοφώνου 78 στροφών του 1920 και εξής όπου ο νέος ακροατής ή μουσικός μπορεί να ακούσει και να μελετήσει τον αυθεντικό τρόπο παιξίματος λύρας, βιολιού, λαούτου, μπουλγαρί, μαντολίνου, ασκομαντούρας, μαντούρας, τις γνήσιες μελωδίες - σκοπούς καθώς και τον παραδοσιακό τρόπο με τον οποίο τραγουδιούνται οι μαντινάδες και τα τραγούδια, ριζίτικα, 'μανέδες, ταμπαχανιώτικα, του γάμου και άλλα. Με βάση την παράδοση λοιπόν, καθένας μπορεί και επιβάλλεται να αξιολογήσει το κάθε παρακλάδι της σύγχρονης εξέλιξης της Κρητικής μουσικής. Διότι αρκετά από τα σύγχρονα κρητικά γλέντια έχουν σαν σκοπό αποκλειστικά τους πυροβολισμούς και τη ξεφάντωση και πλέον δεν είναι ο σκοπός το παίξιμο ποιοτικής μελωδικής παραδοσιακής Κρητικής μουσικής αλλά η με τη βοήθεια ηλεκτρονικών οργάνων (πλήκτρα-αρμόνιο-κρουστά)δημιουργία ρυθμού. Πάντα όμως ξεχωρίζουν οι ρέκτες, οι παραδοσιακοί λυράρηδες και λαουτιέρηδες, ιδίως ερασιτέχνες, που θα υπάρχουν σε πείσμα των καιρών.
Η Κρητική μουσική είναι μονοφωνική, όπως η Δημοτική μουσική της υπόλοιπης Ελλάδας (πλην ορισμένων πολυφωνικών τραγουδιών της Ηπείρου και Επτανήσου).
Το δημοτικό τραγούδι και η βυζαντινή μουσική, που διαιωνίζουν την αρχαιοελληνική μουσική κληρονομιά όπως διαδόθηκε από τον Μ.Αλέξανδρο στους λαούς της ανατολής μέχρι Ινδία, Πέρσία, Αραβία, είναι μουσική της εγρήγορσης του νου. Ο παραδοσιακός Έλληνας ακροατής και χορευτής, και βέβαια ο Κρητικός, συμμετέχει και στο παραμικρό μουσικό παιχνίδισμα του οργανοπαίκτη, τη μελωδική δημιουργία του οποίου παρακολουθεί άμεσα, χορεύοντας ή ακούγοντας ή και τραγουδώντας μαζί του αλλά και ο μουσικός συμμετέχει αυτοσχεδιάζοντας σε κάθε τσαλίμι του χορευτή.
Εξάλλου η κρητική μουσική, εξακριβωμένα, δεν αποδίδεται επακριβώς με την Ευρωπαϊκή μουσική σημειογραφία όπου καταγράφονται μόνο τόνοι και ημιτόνια και οι σταθερές νότες. Η λύρα και το βιολί δεν έχουν τάστα και οι μουσικοί της Κρητικής - ελληνικής μουσικής και οι τραγουδιστές των ριζίτικων, μπορούν να παίζουν και να τραγουδούν και στα μεσοδιαστήματα μεταξύ νότας και ύφεσης ή δίεσής της. Για το λόγο αυτό, το λαούτο που συνοδεύει τη λύρα και το βιολί, δεν έχει σταθερά προσαρμοσμένα τάστα αλλά τους κινητούς "μπερντέδες" τους οποίους οι μερακλήδες γνώστες μουσικοί μετακινούν, ανάλογα με τον δρόμο (μακάμι) που θα ακολουθήσουν όταν παίζουν πρίμα τη μελωδία. (το ούτι δεν έχει καν τάστα ή μπερντέδες για τον ίδιο λόγο). Η Βυζαντινή μουσική παρασημαντική όπου οι νότες χωρίζονται μεταξύ τους έως και σε 9 διαστήματα, μπορεί να καταγράψει καλύτερα την Κρητική μουσική, αλλά πάλι περιορισμένα.
Μια άλλη βασική διαφορά της ευρωπαϊκής μουσικής με την Ελληνική παραδοσιακή μουσική και συνεπώς τη Κρητική, είναι ότι οι κρητική μουσική (όπως και η βυζαντινή και η δημοτική Ελληνική μουσική) είναι τροπική, ακολουθεί δηλ. τους λεγόμενους δρόμους (αρχαίους τρόπους, τους ήχους της βυζαντινής μουσικής, τα μακάμια των λαών της ανατολικής Μεσογείου) ξεκινώντας από τη βασική νότα που επιλέγει ο μουσικός ενώ η δυτική μουσική με τη συγκερασμένη μουσική κλίμακα καταγράφει επακριβώς συγκεκριμένες νότες.
Η αγάπη των Κρητικών για την παράδοσή τους, η επιθυμία πολλών νέων να μάθουν την παραδοσιακή μουσική του τόπου τους, καθώς και οι προσπάθειες έντεχνων δημιουργών να ενσωματώσουν στοιχεία από την κρητική μουσική στη δημιουργία τους, από τον Γιάννη Μαρκόπουλο παλιότερα, ο οποίος, αξιοποιώντας και την καταλυτική προσωπικότητα του Νίκου Ξυλούρη, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διάδοση της κρητικής μουσικής εκτός Κρήτης, τον Ψαραντώνη και το συγκρότημα Χαΐνηδες έως τον Ιρλανδοκρητικό Ρος Ντέιλι στις μέρες μας, επιτρέπουν στην κρητική μουσική παράδοση να παραμένει σήμερα περισσότερο ζωντανή παρά ποτέ.