άβγαρτος : ανεπεξέργαστος
άβρια : στείρα
αβρυά : βρύα
αβρυάζω, οβρυάζω : γεμίζω βρύα
αβρυοκάλαμα : καλάμια που φυτρώνουν στα βρύα
αγαλιανά : σιγανά , τρυφερά
αγιαρντίζω : ξελογιάζω
αγλάκι : τρέξιμο
αγγίνιο : το αφόρετο ρούχο,φόρεμα
αγγελίζω : είμαι όμορφος σαν άγγελος
αγγίνιος : ανέγγιχτος
αγγουροξυπνώ : ξυπνώ πρόωρα
άγγουρος : νέος
αγιοκωσταντινάτο : σπαθί που κατασκευάστηκε επί Μ.Κωσταντίνου
αγιοκωστάντινο : βυζαντινό χρυσό νόμισμα(του Μ. Κων/νου), σύμβολο της χριστιανικής ευλάβειας
άγιο πυργιό : το άγιο πύρ
αγκαλιές : αγκαλιές σιτηρών
αγκανάρω : υποχρεώνω
άγκριγιος , άγκριος : άγριος
αγλακώ : τρέχω γρήγορα
αγναντίζω : καταλαβαίνω
αγρίμι : κρητικός αίγαγρος, κρι - κρι
αγριμολόγος : κυνηγός αγριμιών
αγριομολόος : ο κυνηγός των αγριμιών
αγριμολογώ : κυνηγώ αγρίμια
άγωμε : πήγαινε
αδερφοχτός : αδερφοποιτός, συνδεδεμένος με βαθιά φιλική αγάπη
αδικοθανατίζω : πεθαίνω άδικα,βίαια,αναπάντεχα, αδικοσκοτώνω, πεθαίνω από βίαιο θάνατο
αδυνατός : δυνατός
αεροκαθίστρα : αεροδρόμιο
αζάπης : ο δυστυχισμένος, φίλος, σύντροφος
αζιγανεύω : αδικώ
αζιγανιά : αδικία
αζωντανός :ζωντανός
αηδονισμός : το θείο τραγούδι τησ υφάντρας
αθιβάλλω : έχω την κουβέντα σου
αθιβολή : σκέψη, κουβέντα, συζήτηση, (π.χ. Είχα την αθιβολή σου)
άθος : στάχτη
αθός : ανθός, λουλούδι
αθότυρος,αθοτυρί : Κρητική μυζήθρα
αιδάρω,αιδέρνω : βοηθώ
άκλερος : άτεκνος,χωρίς απογόνους
άκρα : η άκρη του κρεβατιού/ακρογιάλι
ακρογέροντας : υπερήλικος
αλάι : ακολουθία,συντροφιά, παρέα
αλάλητο : κουράδι, κοπάδι που δεν το οδηγεί ο βοσκός
αλάργα,αλάργο : μακριά
αλάργος(επίθ.) : μακρινός
αλαργέρνω : απομακρύνομαι
αλάργο : μακριά
αλαφρώνομαι : ανακουφίζομαι, αλάφρωση
άλεσμα : τα καθορισμένα σιτηρά
αληθοσύνη : αλήθεια
αλί : αλοίμονο
αλ(ι)τάρε : αγία τράπεζα καθολικών
αλλαξά : αλλαγή
αλλαξοβασιλίκια : αλλαγή εξουσίας
αλλάργο : πολύ μακριά
άλλη : δροσά
άλλη δροσά : άλλο τίποτα
αλλήλως τως : μεταξύ τους
άλλος : ενούς του αλλού, αλλουνού
αλλότες : άλλοτε
αλύπητος : άσπλαχνος
αλυσιδίαζω : αλυσοδέρνω
άλυσος : αλυσίδα
αμανέτι : το χρυσό δαχτυλίδι του γαμπρού για σημάδι στη νύφη
άμε : πήγαινε
αμέρωτος,ο : ο άγριος
αμπλέρνω : αφήνω
αμέντι, το, έχω το αμέντι μου:προσέχω έχω το νού μου
αμνώγω : ορκίζομαι
αμπλά : αδελφή
αμπώθω : σπρώχνω
αμπωσθειά ή : η σπρωξά
αναγκεμένοι : αυτοί που υποφέρουν
αναβόλεμα : ανήφορος
ανάδια : απέναντι
αναντρανίζω, ανεντρανίζω : σηκώνω τα μάτια
αναντράνισμα :το σήκωμα των ματιών
αναπαθιώ : μπαινοβγαίνω, κυκλοφορώ ελεύθερα, προκλητικά, προσβλητικά σε ξένη περιουσία
ανάπλα : κουβέρτα
αναπλέκομαι : ξεμπλέχω και ρίχνω κάτω τα μαλλιά μου(εις ένδειξη πένθους
αναράφτω : μπαλώνω
αναρωτώ : ρωτώ/ανακρίνω
ανασέρνω, ανασύρω : βγάζω/βγάζω νερό από το πηγάδι/πηγαίνω από τις εκβολές ποταμού προς την πηγή του/ανεβαίνω, αναρρίχομαι
αναστεναμένος : καημένος, ταλαίπωρος
ανατέλλω : εμφανίζομαι/περνώ,διαβαίνω
ανάτριχα : από τους πρόποδες προς στην κορυφή του βουνού
ανατριχώ : τρέμω,φοβάμαι
αναστορούμαι : θυμάμαι
αναχασκίζομαι : χασμουριέμαι
ανεβόλεμα : ο ανήφορος
ανελεήμονα(επίρρ.) : ανελέητα
ανεμαλλιάρης : ανεμαλλιασμένος
ανεμοτσάπουρο : η ανεμοθύελλα
ανεμουχίζω : ανεκατώνω κάτι
ανεντρανίζω τα μάτια: υψώνω το βλέμμα
ανεστορούμαι : θυμούμαι
ανημένω :περιμένω
ανιβουλής : χωρίς τη θέληση, την άδεια, την συγκατάθεση
ανιτερί : χιτώνας
άνομη,ανομιά : παράνομη/αυτή που παραβαίνειτους ηθικούς κυρίως νόμους
αντάμι : μαζί
αντένες : τα συρματόσκοινα που στερεώνουν και συγκρατούν τα κατάρτια του πλοίου
αντέτι : συνήθεια
αντζικανεύγω : είμαι πολύ τσιγγούνης
αντηρούμαι : διστάζω, φοβάμαι
αντιγαέρνω : επιστρέφω(βλ. και γαέρνω)
αντιγιαγερμός : επιστροφή
αντικομμός : καθορισμός της τιμής, εκτίμιση
αντικουμπίζω : στηρίζομαι
αντιλογούμαι : αντιλέγω, αντιμιλώ
αντίντερο : αντίδωρο
αντιπέρατο : το μέρος του παραστάτη της πόρτας όπου προσαρμόζεται ο περάτης(μάνταλο)
αντίπυτος(κατά μετάθεσιν: αντίτυπος) : αντί για
αντιρούμαι : διστάζω, φοβούμαι να κάνω κάτι
αντίσκαιρου : τη μεθεπόμενη χρονιά
αντρίστικος :αντρικός,αντρίκιος
αντρίτσι : αντράκι, παλικάρι
αντροκαλίζομαι, αντροκαλιούμαι : προκαλώ κάποιον σε αγώνα, πάλεμα, καβγά
αντροκάλιο : αντροκάλεσμα πρόκληση σε αγώνα, πάλεμα, καβγά
αντρομαχισμένος : καταϊδρωμένος, κατάκοπος
ανύχι : νύχι
ανωνίδα : είδος μικρού θάμνου
αξαρμάτωτος : ξαρματωμένος άοπλος
άξος : ο άξιος
αόρι : όρος, βουνό
αρδαχτύλινας : αγριάγκαθο
αθρούνι : ρουθούνι
αρίθμητος : αναρίθμητος , αμέτρητος
αρίφνητος : αναρίθμητος,αμέτρητος
άρκαλος : ασβός
αρκομπούζι : παλαιό εμπροσθογεμές ντουφέκι
αρμενα : τα ξάρτια του ιστιοφόρου(κατάρτια, πανιά, σκοινιά)
αρμί, αρμός : κορυφογραμμή
αρνεύω : παρηγορούμαι,παύω να κλαίω
αρολιθάκι : μικρός λάκκος σε βράχο, όπου συγκεντώνει βρόχινο
νερό
άρρα : άλλα(κατά τη Σφακιανή προφορά)
αρραβώνας : το δαχτυλίδι των αρραβώνων
αρραβωνεύγομαι : αρραβωνιάζομαι
αρρωστάρης : άρρωστος
αρσενικό,ασερνικό : σερνικό παιδί, αγόρι
άρχος, άρχοντας : σύζυγος
ασερνικό λιβανί : είδος λιβανιού με πολύ δυνατή οσμή
ασημοκαπνισμένος : επάργυρος
ασκέρι : σώμα στρατού
ασκί : αώμα
ασκιανιός : σκιερό μέρος, σκιά
άσπρα : χρήματα,πλούτος
ασπροσάκουλο : σακούλι όπου φυλλάσονται χρήματα
αστράφνω, αστράφτω : ρίχνω αστραπές
ατζί : κνήμη,γάμπα
ατιμάζω :καταριέμαι
ατός : εγώ, εγώ ο ίδιος, μόνος
ατσετάρομαι : καταδέχομαι
αυλή : το σπίτι
αφεδιά,αφεντιά : εσύ, αυτός
αφέης : αφέντης,κύριος
αφέντης,αφεντάκης : πατέρας, το αφεντικό
αφόριος : καινούριος,αχρησιμοποίητος
αφρολογώ : αφρίζω
αφρου(γ)κάζομαι, αφου(γ)κράζομαι : ακούω,υπακούω
άφτω : ανάβω
αχαμνοπιάνω : πιάνω μαλακά
άχι(ς) : άχ
άχολος : αγαθός, καλόκαρδος
αχυλιά : στάχτη
αψηλορείτης : δυνατός σαν τα ψηλά βουνά
αγγίνιο : το αφόρετο ρούχο,φόρεμα
αγλακώ : τρέχω γρήγορα
αγναντίζω : καταλαβαίνω
αγγελίζω : είμαι όμορφος σαν άγγελος
αγριομολόος : ο κυνηγός των αγριμιών
άγιο πυργιό : το άγιο πύρ
αύγι αργά : αύριο βράδυ
αγιαρντίζω : ξελογιάζω
αζάπης : ο δυστυχισμένος, φίλος, σύντροφος
αθιβάλλω : έχω την κουβέντα σου
άλεσμα : τα καθορισμένα σιτηρά
άλλη : δροσά
άλλη δροσά : άλλο τίποτα
αλλάργο : πολύ μακριά
αμανέτι : το χρυσό δαχτυλίδι του γαμπρού για σημάδι στη νύφη
άμε : πήγαινε
αμπλέρνω : αφήνω
αμέντι, το, έχω το αμέντι μου : προσέχω έχω το νού μου
αμέρωτος,ο : ο άγριος
αμπώθω : σπρώχνω
αμπωσθειά ή : η σπρωξά
αμνώγω : ορκίζομαι
ανεμουχίζω : ανεκατώνω κάτι
ανάλεμα το : το ανάθεμα
ανέ : αν, εάν
ανάγκη : η αρρώστεια
ανεκουλουρίδα : το λοξοδρόμισμα, ο ανέγυρος
ανεμίζω : προαισθάνομαι
ανοιχτοχέρης : ο κουβαρντάς
αντάμι :μαζί
ανεβόλεμα : ο ανήφορος
ανεμαλλιάρης : ανεμαλλιασμένος
ανεμοτσάπουρο : η ανεμοθύελλα
ανεντρανίζω τα μάτια : υψώνω το βλέμμα
ανεστορούμαι : θυμούμαι
απατή σου : εσύ
αποδεινιάζομαι : δέχομαι κάτι με στεναχώρια
αλαργέρνω : απομακρύνομαι
απαντίχνω : συναντώ
απόης, απίτης, απόκιας : πιο ύστερα, κι ύστερα, μετέπειτα, μετά
απηλογούμαι : απαντώ
από ντα δα θα κάμω το κολάι μου : από τώρα θα κανονίσω το τέλος
σου
απονυστεργιά : στο τέλος
αντιρούμαι : διστάζω, φοβούμαι να κάνω κάτι
ανωνίδα :είδος μικρού θάμνου
άξος : ο άξιος
απολύσανε απο την εκκλησσά : τελείωσε η λειτουργία
απομισεμός : ο αποχωρισμός
αποσώνω : φτάνω
αρμί : το ύψωμα
αροδαμός : ο τρυφερός βλαστός
αργόχειρο : ο αργαλειός
αργά : το βράδυ
αρισμαρί : το δενδρολίβανο
ασκαλντί : παρολίγο
ασκιανός : η σκιά
ατά : αυτού πέρα
αντζικανεύγω : είμαι πολύ τσιγγούνης
ατουδά : αυτού πέρα
αφέη σύντεκνε :αφέντη σύντεκνε
αφορδακός : ο βάτραχος
αχινοπόδι : ο αγκαθωτός θάμνος
αχεροβολίζω : ξεχωρίζω τα άχερα από τον καρπό
Αυτή η γρά είναι λαδικό : έρχεται συνέχεια και μας ενοχλεί
αποδεινάζομαι : δέχομαι κάτι με στεναχώρια
αμέντι το, έχω ταμέντι μου : προσέχω, έχω το νου μου
αμέρωτος : ο άγριος
ανάλεμά το : το ανάθεμα
αποδεινίαζομαι : δέχομαι κάτι με στενοχώρια
αβγορίζω : βιγλίζω, βλέπω κάτι πέρα μακριά
αγάλι, αγάλια : σιγά, σιγά
αγγρίζω : ερεθίζω
αγκούσα : στεναχώρια, θλίψη
αγκουτσαχλάδα : αγριοαχλαδιά
άγναφτος : ακατέργαστος(δέρμα)
αγριμόγες : άγριες αίγες
αδιάρω : βοηθώ
αδρομιάζω ή αντρομιάζω : πηγαίνω τα ζώα στη βοσκή
αελιά : η αγελάδα που δεν ξεπερνά την ηλικία των 4-5 χρόνων
αερινάδα : αεράκι
αθοπιταρού : γυναίκα που κάθεται πολύ κοντά στο τζάκι, πάνω στη
στάχτη, για να ζεσταθεί
ακάτεχος : άπειρος, αδαής
ακήδευτος : αφρόντιστος
ακράνι : καρπός της κρανιάς
ακριμιός : ακριανός
ακροκαλορεξίζω : αρχίζω να έρχομαι στο κέφι
ακρομεγαλώνω : αρχίζω να μεγαλώνω
αλάδα : αγελάδα
αλάκερος : ολόκληρος
αλάλητος :αμέτρητος
αλαργαίνω : απομακρύνομαι
αλάργος : μακρινός
αλάτσι : αλάτι
αλλήλως των : μεταξύ τους
αματέ : νόημα με το μάτι
αμάχη : έχθρα
αμουλέρνω : αφήνω, ελευθερώνω
αμουντέρνω : επιτίθεμαι
αμπουζιάζω : δένω τα τέσσερα πόδια ζώου, δένω γενικά κάποιον
χειροπόδαρα
αναβάλουσα : η πηγή που έχει νερό μόνο το χειμώνα
αναγέρνω : ανασηκώνω, ανακατεύω
αναθιβάλλω ή αναθιβάνω : λέγω, διηγούμαι
ανακαλιώ : καλώ, φωνάζω
ανανογούμαι : καταλαβαίνω
ανάπλαγο :πλαγιά
αναντρανίζω : σηκώνομαι, παίρνω κουράγιο, θάρρος
αναπνιά : αναπνοή
αναραφτερός : μπαλωμένος
αναχασκίζω : ανοίγω το στόμα να μιλήσω
ανέγνοιος : ξένοιαστος
ανέγνωρος : άγνωστος, άσημος
ανεμική : δυνατός αέρας, θύελα
ανεμοκύλι : ανεμοστρόβιλος
ανηβουλής : χωρίς το θέλημα
ανιστορώ : διηγούμαι
αντάμα : μαζί
αριφνώ : περιμένω
αντζές : γάμπες
αντιδονώ : αντηχώ
αντιλαψίδες :ανταύγειες
αντισκαρίζω ή αντισκαρώ : αντιστέκομαι, κρατάω κόντρα
απάλια : διαμάχη, πάλη
απαντώ : συναντώ, αποκρίνομαι
απανοβάνω : εξωθώ
απακούω : υπακούω
απηλογιά : απάντηση
απής : από τότε που
αποβολές : ίχνη ζώου
απόγι ή απόι : δροσιά, αγιάζι
αποδιαβαίνω : φεύγω
αποκαρώνω : παγώνω,ξυλιάζω
αποκαωμός : αποκαμωμένος
αποκοτιά : θράσος, τόλμη
αποκρούμαι : αποκρίνομαι
αποκολώνω :απομακρύνομαι,εξαφανίζομαι από το οπτικό πεδίο
απομονάρος : εκείνος που έμεινε μόνος
απομουντώνω : σκοτεινιάζω
αποξενοιάζω : ξενοιάζω, δεν περιμένω
αποσπεροπάς : αποβραδύς, την ώρα που βραδιάζει
αποφανίζω : περιποιούμαι τους επισκέπτες
αποφκαιρνώ : φύρομαι, εξαντλούμαι, αδειάζω
απυριού : θειαφιού
αργοσέρνω : αργοπορώ
αργουτάρικος : επίτηδες φιαγμένος
αγνάρω : νιώθω
αρδινιάζω ή ορδινιάζω : τακτοποιώ, διευθετώ
αρθούνια : ρουθούνια
αρματιά : αρμαθιά
αρμηνεύω ή ορμηνεύω : συμβουλεύω
αρμήνια ή ορμήνια : συμβουλή
ασκιάζω : σκιάζω
ασκιά : η σκιά
ασκελές : διασκελιές
αδιαφόρευτος : αυτός που δεν φέρνει όφελος
ασκοφυσητό : θυμωμένο ρουθούνισμα
ασκοφυσώ : ρουθουνίζω, θυμωμένα
αγριομαδαρίτης : ο βουνίσιος
ασφεντιλολίβαδο : λιβάδι με ασφοδελούς
ασφεντουρίδι : εκσφεντονισμός
ασφεντουρώ : εκσφεντονίζω
αφρουκώ, αφρουκούμαι : αφουγκράζομαι, ακούω
άχις : άχ
αχός : θόρυβος, φασαρία
ακοντεμός : συγκράτημα, σταμάτημα
ακράτος :γνήσιος, ανόθευτος, διαλεκτός
ανεδιάζω : παρουσιάζω
ανεζητώ : λαχταρώ να συναντήσω
αξώνω : αξιωθώ, αξιώνομαι
αποκαθαρίδι : τα άχρηστα τωμ καρπών και των λαχανικών που
μένουν
απογέρνω : φεύγω και κρύβομαι
αποκλάδι : παρακλάδι
ανηφοράς : καπνοδόχος
ανερωτίδια : επίμονες ερωτήσεις
ανοιχτοκουταλάτος : με πλατιές ωμοπλάτες
ανουκατίζω : ανακατώνω, αναποδογυρίζω
αντιφεγγίδα : λάμψη, αναλαμπή
αποχτενίδια : τα μαλλιά που μένουν στην χτένα
άργητα : αγροπορία
αρισμαρόβιτσα : κομμάτι ξύλο από αρισμαρί δηλαδή δεντρολίβανο
αρνεμός :ψυχικό γαλήνεμα
αρχινώ : αρχίζω
ατζαμής : αρχάριος
ατζαράς : αυτός που έχει χοντρές γάμπες
ατζαρού : αυτή που έχει χοντρές γάμπες.
αρθούνι : ρουθούνι
αφτούκλα : μεγάλο αυτί
αχεροσακκούλα : σακούλα στην οποία μπαίνουν άχερα.
αδυνατή : δυνατή
αβάτζα : περίσσα
αγκίνιο-απαγκινιού : καινούργιο-εξαρχής καινούργιο, εξολοκλήρου
καινούργιο
αγκιλώνω : τσιμπώ, ερεθίζω
αγλάκι, γλάκι,γλακώ : τρέξιμο, τρέχω
αθώ : ανθώ
αθιβολές : αναφορές στο παρελθόν(κυρίως) για πρόσωπα και
καταστάσεις
ανάντια :ενάντια, αντίθετα
ακατίταγος : ζωηρός,ανυπόταχτος,ανυπάκουος
αλαβάρι : άλλωστε
αλάργο, αλαργάρω : μακρυά, απομακρύνομαι
αμάλαγος : ακέραιος,ατόφιος,απείραχτος
ακριβή : πολύτιμη
αμάθια : μάτια
ανυφαντού : υφάντρια
αποκλαμός : κλωνάρι, πλοκάμι
αποστροφές : επικράτεια κάποιου
απού : που, αλλά και από
άμοιαστα : αταίριαστα, απρεπή
αμπούνια : έχθρα, μανία, κρυφό μίσος
αναθροφάρια : νεογέννητα(κυρίως) στα πρόβατα, αλλά και κάθε
ζωντανό που ανατρέφεται
αναθροφίκια : η περίοδος της ανατροφής αλλά και η διαδικασία
της ανατραφής
αναλαμπή :λεπτόκλωνοςθάμνος για προσάναμα, αντιλάμψιμα
αναβολέματα : ανηφοριές
ανακατερός ή ό : ανηφοριές
ανακατερός : ανάμικτος
αβγόκουπα : τσόφλι αυγού
αυγουλίλα : μυρωδιά αυγού
αυγουλοστομαχιά : ξινίλα του στομαχιά
αβδέλιασμα : ασθένεια ζώων
αβίζω : προειδοποιώ
αναράφτω, ναράφτω : επιδιορθώνω,σχισμένα ρούχα, μπαλώνω
αγάερτος : αγύριστος
αγαλατσίδα : γαλατσίδα
αναπιάνω-αναπιασμένο : αποκτώ με την αξία μου, δημιουργώ τη
μαγιά που θα αποδώσει κάποιο μελλοντικό όφελος
αγγελασκιάζομαι : βλέπω οράματα για τον θάνατό μου
ανατυλιγαδίζω : φέρνω και ξαναφέρνω στο νού
αγγριγιεύω :εξαγριώνομαι, γίνοαμι πολύ άγριος
ΠΗΓΗ www.yousouroum.gr